Site icon SOR

Διαβάσαμε: Εκ Νεκρών του Γιώργου Γιώτσα

[dropcap size=dropcap-big]Θ[/dropcap]α μπορούσα να παραθέσω πολλές δικαιολογίες για την καθυστέρηση που επέδειξα στο να διαβάσω το πρώτο μυθιστόρημα (δεύτερο βιβλίο) του Γιώργου Γιώτσα, με τίτλο Εκ Νεκρών. Αλλά δεν έκανες κλικ για να διαβάσεις την κλάψα μου.

Είχα ρίξει αρχικά μια… διαγώνια ανάγνωση για τις ανάγκες της συνέντευξης που μας έκανε την τιμή να μας παραχωρήσει τον Απρίλιο ο συνονόματος συνάδελφος, αλλά το τελευταίο τριήμερο που κράτησε η βουτιά μου στα άδυτα της βρόμικης Αθήνας που έκανε τις περιπολίες του ο ταλαιπωρημένος Χρήστος Ιωάννου, πραγματικά κατάλαβα πως δεν είχα πάρει πρέφα τι ακριβώς γίνεται πραγματικά.

Φυσικά και σεβόμενος τον εαυτό μου σαν αναγνώστη δεν είχα διαβάσει το τέλος τότε, ώστε να το ευχαριστηθώ σήμερα. Και ναι, ας ξεκινήσουμε από εκεί. Από το τέλος.

Γιατί πιστεύω ακράδαντα πως η τελευταία εντύπωση μετράει πολύ. Ένα μέτριο έργο μπορεί να κυλήσει σαν καλό μέσα στη λήθη του γέρου-χρόνου, αλλά ένα πραγματικά καλό έργο, απλά ανυψώνεται σαν αριστούργημα. Αρκεί αυτό. Να έχει καλό τέλος και όχι με την έννοια του happy ending, αλλά καλογραμμένο και να μετουσιώνει όλες τις προσδοκίες σε εικόνες.

Το τέλος που δεν έχει τέλος

Προσπαθώντας να μην κάνω spoilers (πράγμα δύσκολο για μένα γιατί τα απολαμβάνω), θα γράψω πως, ο Γιώργος Γιώτσας, αφού έχει βγάλει το σαδιστικό άχτι του πάνω στο Χρήστο Ιωάννου για 200 και βάλε σελίδες, βασανίζει ακόμα πιο σκληρά (με την καλή έννοια) τον αναγνώστη. Ρίχνοντάς τον… σε ένα καθαρτήριο γεμάτο με μαύρες ψυχές.

Εγώ προσωπικά έπεσα σε μια… κουνελότρυπα του τρόμου (δανείζομαι μέσα από το βιβλίο) μαύρη και άραχνη και στην ουσία δεν έχω βγει ακόμα από εκεί μέσα. Οι περιγραφές και η κοσμοπλασία ήταν πολύ ζωντανή και πανέμορφη μέσα από την απολυτότητα και στις στάχτες της.

Αυτές οι νοσοκόμες… Καλά, δεν γράφω άλλο.

Το Gotham της Αττικής

Οι σκοτεινές, γεμάτο υγρασία και αίμα συνοικίες της Αθήνας, πραγματικά μου θύμισαν το Gotham στις πιο εφιαλτικές του απεικονίσεις. Μπορώ να πω ότι μετά τις πρώτες 70 σελίδες, ήδη άρχιζες και μύριζες τη δυσωδία του/της. Και όχι μόνο από τους κάδους και τους άπλυτους δρόμους, αλλά και από την ιδρωτίλα των μπάτσων που έκαναν τη βρόμικη δουλειά.

Μέσα σε αυτό το σκηνικό, ο Χρήστος Ιωάννου ανεβαίνει σκαλοπάτι-σκαλοπάτι το δικό του γολγοθά.   Έχοντας καβάλα στην πλάτη του, όχι σταυρό αλλά… το Σκοτεινό.

Μια αρχαία ευλογία και ταυτόχρονα κατάρα, να αιωρείται πάνω από το κεφάλι του και ανα πάσα στιγμή να απειλεί να του κάνει τη ζωή (περισσότερο) κόλαση. Ίσως κάποια στιγμή να το πέτυχε, αλλά ταυτόχρονα ήρθε και η λύτρωση.

Μέσα από το  γράψιμο του συγγραφέα, έχω την εντύπωση πως αναδείχτηκαν και οι προσωπικές απόψεις του Γιώργου για πολλά πράγματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία και ίσως, αυτό και μόνο να ήταν ένα πολύ μικρό «μείον» για μένα. Όχι, πως δεν συμφωνούσα. Αντιθέτως, ο Ιωάννου ήταν χαρακτήρας που θα τον έκανα παρέα (yeah, I’m a creepy guy), άσχετα αν αυτός δεν θα ήθελε και πολλά-πολλά. Απλά μου αρέσει να μισώ τον main character. Προσωπικό βίτσιο.

Εντάξει, μίσησα την Έμιλυ ωστόσο. Δεν τη συμπάθησα την κάργια ούτε λεπτό. Κάτι είναι και αυτό.

Κλείνοντας

Κάνοντας ένα flashback τη μέρα που ξεκίνησα το βιβλίο και ως δια μαγείας είχα φτάσει στη σελίδα 70, μπορώ να πω ότι μετά τη σκηνή με το αεροπλάνο που ξεκινάει, δυσκολεύτηκα να πατήσω γερά στις ράγες τις ιστορίας για λίγο, καθώς υπήρχαν πολλές και διαφορετικές ιστορίες. Αυτό φυσικά εξομαλύνθηκε μετά.

Διαβάζοντας μάλιστα κάποια σχόλια σχετικά με την υποπλοκή που… χάθηκε κάποια στιγμή για να εμφανιστεί στο τέλος και πάλι, εμένα προσωπικά δεν με πείραξε καθόλου. Είμαι σίγουρος ότι ο Γιώργος Γιώτσας θα μπορούσε να γράψει 40-50 σελίδες στο ενδιάμεσο για εκείνους, που πιθανώς όμως δεν θα είχαν καμιά ουσία, όπως μπορούμε να κρίνουμε στο τέλος.

Θέλω να σταθώ και κάπου αλλού πριν κλείσω. Και αυτό είναι η εισαγωγή του συγγραφέα που είναι πολύ προσωπική και αυτομάτως το βιβλίο πάυει να είναι απλά χαρτί και μελάνι, αλλά γίνεται φιλαράκι. Συνήθως αυτά τα σημειώματα τα διαβάζω στο τέλος, αλλά για μια φορά άλλαξα τη ρουτίνα μου. Μου βγήκε σε καλό.

Το 2016 ήταν/είναι ίσως η πιο στείρα σε αναγνωστικό επίπεδο χρονιά μου, απ’ όσο μπορώ να θυμηθώ και χρειαζόμουν κάτι δυνατό για να μου θυμίσει τι χάνω εκεί έξω. Στο Goodreads το βαθμολόγησα με 5/5 αλλά αυτοί είναι στεγνοί αριθμοί. Η πραγματική βαθμολογία μου για το βιβλίο είναι αυτό το κείμενο (blog, όχι κριτική) που ένιωθα πως έπρεπε να γράψω, μπας και καταφέρω να εκφράσω το πόσο το ευχαρηστήθηκα.

Μέχρι το επόμενο, διαβάστε!

Διαβάστε ακόμα:

Η συνέντευξη του Γιώργου Γιώτσα στο School Of Rock

Ζωή γεμάτη θαύματα – Ένα διήγημα του Γιώργου Γιώτσα

Βιβλιογραφία/συγγραφικό έργο:
  • Μια κουνελότρυπα του τρόμου
4.3
Exit mobile version